ΤΑ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΆ ΑΠΟΤΕΛΈΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΝΏΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΏΝ ΑΝΑΣΚΑΦΏΝ ΣΤΗ ΝΈΑ ΠΆΦΟ ΤΟ 2010 |
Dr Craig Barker
The University of Sydney On behalf of the Australian Archaeological Mission at Paphos |
Το Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ ολοκλήρωσε τη δέκατη τρίτη ανασκαφική περίοδο στο αρχαίο Ελληνιστικό – Ρωμαϊκό θέατρο της Νέας Πάφου στην Κύπρο από την 6η Οκτωβρίου μέχρι την 17η Νοεμβρίου του 2010. Το έργο πραγματοποιήθηκε υπό την επίβλεψη του τμήματος Αρχαιοτήτων της Κύπρου και τη διεύθυνση του Καθηγητή Richard Green μαζί με τους Dr Craig Barker και Dr Smadar Gabrieli.
Το αρχαίο θέατρο ήταν λαξευμένο στη νότια πλαγιά του βορειοανατολικού λόφου της αρχαίας οχυρωμένης πόλης που ονομάζεται Φάμπρικα (σχέδ. 1). Η Νέα Πάφος, πρωτεύουσα της Κύπρου στους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους, είχε ενταχθεί στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από το 1980, αλλά το βορειοανατολικό τμήμα της πόλης είχε ελάχιστα ερευνηθεί αρχαιολογικά μέχρι σήμερα. Η κύρια όψη του αναφερόμενου θεάτρου ήταν προσανατολισμένη προς το λιμάνι με θέα την πόλη.
Σε προηγούμενες ερευνητικές περιόδους η ομάδα των Αυστραλών επιστημόνων είχε διαπιστώσει ότι το θέατρο χρησιμοποιήθηκε ως χώρος παραστάσεων για ένα διάστημα πάνω από έξι αιώνες, από την αρχή της κατασκευής του, γύρω στο 300 π.Χ., έως την καταστροφή του από σεισμό στο τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ. Έχουν εντοπιστεί πάνω από πέντε διακριτές αρχιτεκτονικές φάσεις της σκηνής, οι οποίες αντικατοπτρίζουν ταυτόχρονες αλλαγές σε παραστάσεις και ψυχαγωγικές προτιμήσεις. Η μέγιστη χωρητικότητα του θεάτρου σε όλες τις φάσεις ξεπερνούσε τους 8500 θεατές. Ένα μεγάλο ποσοστό της τοιχοποιίας του αρχαίου κτίσματος, ειδικά τα εισαγώμενα Ρωμαϊκά μαρμάρινα αρχιτεκτονικά στοιχεία, είχαν κλαπεί στην αρχαιότητα και χρησιμοποιήθηκαν σε άλλα κτίσματα στη Νέα Πάφο.
Ύστερα από μία περίοδο εγκατάλειψης, η θέση του θεάτρου χρησιμοποιήθηκε για αγροτικούς και μικρομεσαίους βιομηχανικούς σκοπούς την περίοδο του Μεσαίωνα, όταν το λιμάνι της Πάφου έγινε ένα σημαντικό εμπορευτικό κέντρο για τους Σταυροφόρους στο ταξίδι τους προς τους Αγίους Τόπους.
Το 2010 οι αρχαιολογικές έρευνες επικεντρώθηκαν στα άκρα και το νότιο μέρος του θεάτρου με σκοπό να διερευνηθεί η σχέση ανάμεσα στο κτίσμα αυτό και την αστική υποδομή της πόλης (σχέδ. 2). Για την πραγματοποίηση του στόχου αυτού χρησιμοποιήθηκε ραντάρ (GPR) ώστε να καταγραφεί ένα μεγάλο μέρος της επέκτασης στο νότιο τμήμα του θεάτρου (σχέδ. 3). Τα αποτελέσματα της γεωφυσικής έρευνας του υπεδάφους (GPR survey) υπέδειξαν την ύπαρξη αρκετά σημαντικών κατασκευών, αλλά οι καταστροφές που υπέστησαν από τους σεισμούς καθιστούν δύσκολο τον εντοπισμό του ακριβούς περιγράμματος των πολεοδομικών νησίδων της αρχαίας πόλης.
Αρχαιολογικές ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν σε σειρά οκτώ σκαμμάτων τα οποία ορίστηκαν νοτιοανατολικά του θεάτρου, όπου ένα στενό και επίμηκες κτίριο είχε αποκαλυφθεί τα τελευταία χρόνια. Το κτίριο αυτό έχει μήκος πάνω από 20 μέτρα και πλάτος 5 μέτρα, με παχιά τοιχοδομία, ένα απλό διακοσμημένο ψηφιδωτό και αδιάβροχους εσωτερικούς θαλάμους (σχέδ. 4). Το οικοδόμημα είναι σχεδόν ασφαλώς ένα Νυμφαίο, ένα Ρωμαϊκό υδραγωγείο που συντηρούσε την αρχιτεκτονική ευταξία στον περίγυρο του θεάτρου και αποτελούσε ένα μέρος πρόσβασης καθαρού νερού στην πόλη. Σημαντική παρατήρηση είναι ότι το κτίσμα βρίσκεται κοντά στο μέρος όπου υποτίθεται ότι βρισκόταν η βορειοανατολική πύλη της πόλης.
Οταν καταστράφηκε η παροχή του νερού στα τέλη του τέταρτου αιώνα μ.Χ. από σεισμό, ο χώρος του Νυμφαίου προσφερόταν για την εκμετάλλευση των καταλοίπων του από τους κτίστες, οι οποίοι μετέφεραν ογκόλιθους από το θέατρο σε άλλες κατασκευές και κτίσματα. Μέσα στο Νυμφαίο βρέθηκαν απορριμμένα μαρμάρινα Κορινθιακά κιονόκρανα, τμήματα από κίονες, κόγκες και άλλα αρχιτεκτονικά θραύσματα (σχέδ. 5).
Το άκρο της ανατολικής πλευράς του Νυμφαίου εντοπίστηκε κατευθείαν επάνω σε ένα λιθόστρωτο Ρωμαϊκό δρόμο κατασκευασμένο από ασβεστόλιθους. Αυτός ο δρόμος θα λειτουργούσε ως μία από τις κεντρικές οδούς που διέσχιζαν την πόλη και επίσης θα έδινε πρόσβαση στους πεζούς οι οποίοι θα κατευθύνονταν προς το θέατρο. Η ερευνητική ομάδα μπόρεσε να αποκαλύψει δυο αύλακες τροχών στο τμήμα που ανασκάφηκε ένα μέρος του δρόμου (σχέδ. 6 ), και θα συνεχίσει να διερευνά: α- τα κατάλοιπα του σεισμού τα οποία έχουν καταρρεύσει επάνω στο δρόμο και β- τα κτίρια στο ανατολικό τμήμα. Οι ανασκαφές συνεχίζουν να βοηθούν στην γνώση μας για την οργάνωση της πόλης.
Οι ανασκαφές του 2010 συνεχίστηκαν και στο δυτικό τμήμα του θεάτρου, κυρίως στο τμήμα της Παρόδου – της δυτικής εισόδου του θεάτρου (σχέδ. 7). Οι έρευνες σε αυτό το χώρο έχουν αποκαλύψει ένα βαθύ λατομείο με βραχώδες υπόστρωμα, που μάλλον προμήθευε λίθους για τις πρώτες φάσεις του θεάτρου πριν σταματήσει η κατασκευή του και πριν το βραχώδες υπόστρωμα γεμίσει στο σημείο που είχε γίνει η βάση του δαπέδου της Παρόδου (σχέδ. 8).
Οι ανασκαφές πάνω από τα κατάλοιπα του δυτικού αναλήμματος έχουν αποκαλύψει υποστηρικτικούς τοίχους οι οποίοι συγκρατούν το χώμα που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της ενίσχυσης των πλευρών και για την κατασκευή των θέσεων του θεάτρου, δίνοντας σημαντικές πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο οι αρχιτέκτονες κατασκεύασαν το θέατρο στο λόφο της Φάμπρικας.
Λίγο νοτιότερα της Παρόδου βρέθηκε και ένα ψηφιδωτό με γεωμετρικό μοτίβο, σε έκταση 6.5 επί 19 μέτρα, το οποίο χρονολογείται πιθανόν στον 5ο αιώνα μ.Χ. (σχέδ. 9). Εάν αυτή η χρονολόγηση επιβεβαιωθεί, το εύρημα θα μας προσφέρει γνώσεις για την δραστηριότητα στη θέση μετά την καταστροφή του θεάτρου. Το νοτιοδυτικό τμήμα του θεάτρου χρειάζεται επιπλέον ανασκαφή και μελέτη αλλά είναι η πρώτη φορά που ένα ψηφιδωτό μπορεί να συγκριθεί με εκείνα που έχουν βρεθεί και αναγνωριστεί στη Νέα Πάφο ως Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς, κατατασσόμενα ως εγχώρια ψηφιδωτά (σχέδ. 10).
Κατά την ερευνητική περίοδο ολοκληρώθηκε επίσης η μελέτη των ευρημάτων που βρέθηκαν αποτεθειμένα σε ένα Μεσαιωνικό πηγάδι όπου είχαν τοποθετηθεί ύστερα από έναν σεισμό που έγινε περί το 1303 μ.Χ. Τα αναφερόμενα ευρήματα θα δημοσιευθούν σύντομα σε έναν κατάλογο. Οι μελλοντικές ανασκαφές θα συνεχιστούν νότια του θεάτρου όπου αναμένεται να έρθει στο φως και άλλο τμήμα του δρόμου όπου θα αποκαλυφθούν και τα μεγέθη των λίθων. Μια καλύτερη γνώση της οικοδομικής ανάπτυξης της αρχαίας πρωτεύουσας αρχίζει να διαμορφώνεται.
Το αρχαίο θέατρο ήταν λαξευμένο στη νότια πλαγιά του βορειοανατολικού λόφου της αρχαίας οχυρωμένης πόλης που ονομάζεται Φάμπρικα (σχέδ. 1). Η Νέα Πάφος, πρωτεύουσα της Κύπρου στους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους, είχε ενταχθεί στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από το 1980, αλλά το βορειοανατολικό τμήμα της πόλης είχε ελάχιστα ερευνηθεί αρχαιολογικά μέχρι σήμερα. Η κύρια όψη του αναφερόμενου θεάτρου ήταν προσανατολισμένη προς το λιμάνι με θέα την πόλη.
Σε προηγούμενες ερευνητικές περιόδους η ομάδα των Αυστραλών επιστημόνων είχε διαπιστώσει ότι το θέατρο χρησιμοποιήθηκε ως χώρος παραστάσεων για ένα διάστημα πάνω από έξι αιώνες, από την αρχή της κατασκευής του, γύρω στο 300 π.Χ., έως την καταστροφή του από σεισμό στο τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ. Έχουν εντοπιστεί πάνω από πέντε διακριτές αρχιτεκτονικές φάσεις της σκηνής, οι οποίες αντικατοπτρίζουν ταυτόχρονες αλλαγές σε παραστάσεις και ψυχαγωγικές προτιμήσεις. Η μέγιστη χωρητικότητα του θεάτρου σε όλες τις φάσεις ξεπερνούσε τους 8500 θεατές. Ένα μεγάλο ποσοστό της τοιχοποιίας του αρχαίου κτίσματος, ειδικά τα εισαγώμενα Ρωμαϊκά μαρμάρινα αρχιτεκτονικά στοιχεία, είχαν κλαπεί στην αρχαιότητα και χρησιμοποιήθηκαν σε άλλα κτίσματα στη Νέα Πάφο.
Ύστερα από μία περίοδο εγκατάλειψης, η θέση του θεάτρου χρησιμοποιήθηκε για αγροτικούς και μικρομεσαίους βιομηχανικούς σκοπούς την περίοδο του Μεσαίωνα, όταν το λιμάνι της Πάφου έγινε ένα σημαντικό εμπορευτικό κέντρο για τους Σταυροφόρους στο ταξίδι τους προς τους Αγίους Τόπους.
Το 2010 οι αρχαιολογικές έρευνες επικεντρώθηκαν στα άκρα και το νότιο μέρος του θεάτρου με σκοπό να διερευνηθεί η σχέση ανάμεσα στο κτίσμα αυτό και την αστική υποδομή της πόλης (σχέδ. 2). Για την πραγματοποίηση του στόχου αυτού χρησιμοποιήθηκε ραντάρ (GPR) ώστε να καταγραφεί ένα μεγάλο μέρος της επέκτασης στο νότιο τμήμα του θεάτρου (σχέδ. 3). Τα αποτελέσματα της γεωφυσικής έρευνας του υπεδάφους (GPR survey) υπέδειξαν την ύπαρξη αρκετά σημαντικών κατασκευών, αλλά οι καταστροφές που υπέστησαν από τους σεισμούς καθιστούν δύσκολο τον εντοπισμό του ακριβούς περιγράμματος των πολεοδομικών νησίδων της αρχαίας πόλης.
Αρχαιολογικές ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν σε σειρά οκτώ σκαμμάτων τα οποία ορίστηκαν νοτιοανατολικά του θεάτρου, όπου ένα στενό και επίμηκες κτίριο είχε αποκαλυφθεί τα τελευταία χρόνια. Το κτίριο αυτό έχει μήκος πάνω από 20 μέτρα και πλάτος 5 μέτρα, με παχιά τοιχοδομία, ένα απλό διακοσμημένο ψηφιδωτό και αδιάβροχους εσωτερικούς θαλάμους (σχέδ. 4). Το οικοδόμημα είναι σχεδόν ασφαλώς ένα Νυμφαίο, ένα Ρωμαϊκό υδραγωγείο που συντηρούσε την αρχιτεκτονική ευταξία στον περίγυρο του θεάτρου και αποτελούσε ένα μέρος πρόσβασης καθαρού νερού στην πόλη. Σημαντική παρατήρηση είναι ότι το κτίσμα βρίσκεται κοντά στο μέρος όπου υποτίθεται ότι βρισκόταν η βορειοανατολική πύλη της πόλης.
Οταν καταστράφηκε η παροχή του νερού στα τέλη του τέταρτου αιώνα μ.Χ. από σεισμό, ο χώρος του Νυμφαίου προσφερόταν για την εκμετάλλευση των καταλοίπων του από τους κτίστες, οι οποίοι μετέφεραν ογκόλιθους από το θέατρο σε άλλες κατασκευές και κτίσματα. Μέσα στο Νυμφαίο βρέθηκαν απορριμμένα μαρμάρινα Κορινθιακά κιονόκρανα, τμήματα από κίονες, κόγκες και άλλα αρχιτεκτονικά θραύσματα (σχέδ. 5).
Το άκρο της ανατολικής πλευράς του Νυμφαίου εντοπίστηκε κατευθείαν επάνω σε ένα λιθόστρωτο Ρωμαϊκό δρόμο κατασκευασμένο από ασβεστόλιθους. Αυτός ο δρόμος θα λειτουργούσε ως μία από τις κεντρικές οδούς που διέσχιζαν την πόλη και επίσης θα έδινε πρόσβαση στους πεζούς οι οποίοι θα κατευθύνονταν προς το θέατρο. Η ερευνητική ομάδα μπόρεσε να αποκαλύψει δυο αύλακες τροχών στο τμήμα που ανασκάφηκε ένα μέρος του δρόμου (σχέδ. 6 ), και θα συνεχίσει να διερευνά: α- τα κατάλοιπα του σεισμού τα οποία έχουν καταρρεύσει επάνω στο δρόμο και β- τα κτίρια στο ανατολικό τμήμα. Οι ανασκαφές συνεχίζουν να βοηθούν στην γνώση μας για την οργάνωση της πόλης.
Οι ανασκαφές του 2010 συνεχίστηκαν και στο δυτικό τμήμα του θεάτρου, κυρίως στο τμήμα της Παρόδου – της δυτικής εισόδου του θεάτρου (σχέδ. 7). Οι έρευνες σε αυτό το χώρο έχουν αποκαλύψει ένα βαθύ λατομείο με βραχώδες υπόστρωμα, που μάλλον προμήθευε λίθους για τις πρώτες φάσεις του θεάτρου πριν σταματήσει η κατασκευή του και πριν το βραχώδες υπόστρωμα γεμίσει στο σημείο που είχε γίνει η βάση του δαπέδου της Παρόδου (σχέδ. 8).
Οι ανασκαφές πάνω από τα κατάλοιπα του δυτικού αναλήμματος έχουν αποκαλύψει υποστηρικτικούς τοίχους οι οποίοι συγκρατούν το χώμα που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της ενίσχυσης των πλευρών και για την κατασκευή των θέσεων του θεάτρου, δίνοντας σημαντικές πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο οι αρχιτέκτονες κατασκεύασαν το θέατρο στο λόφο της Φάμπρικας.
Λίγο νοτιότερα της Παρόδου βρέθηκε και ένα ψηφιδωτό με γεωμετρικό μοτίβο, σε έκταση 6.5 επί 19 μέτρα, το οποίο χρονολογείται πιθανόν στον 5ο αιώνα μ.Χ. (σχέδ. 9). Εάν αυτή η χρονολόγηση επιβεβαιωθεί, το εύρημα θα μας προσφέρει γνώσεις για την δραστηριότητα στη θέση μετά την καταστροφή του θεάτρου. Το νοτιοδυτικό τμήμα του θεάτρου χρειάζεται επιπλέον ανασκαφή και μελέτη αλλά είναι η πρώτη φορά που ένα ψηφιδωτό μπορεί να συγκριθεί με εκείνα που έχουν βρεθεί και αναγνωριστεί στη Νέα Πάφο ως Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς, κατατασσόμενα ως εγχώρια ψηφιδωτά (σχέδ. 10).
Κατά την ερευνητική περίοδο ολοκληρώθηκε επίσης η μελέτη των ευρημάτων που βρέθηκαν αποτεθειμένα σε ένα Μεσαιωνικό πηγάδι όπου είχαν τοποθετηθεί ύστερα από έναν σεισμό που έγινε περί το 1303 μ.Χ. Τα αναφερόμενα ευρήματα θα δημοσιευθούν σύντομα σε έναν κατάλογο. Οι μελλοντικές ανασκαφές θα συνεχιστούν νότια του θεάτρου όπου αναμένεται να έρθει στο φως και άλλο τμήμα του δρόμου όπου θα αποκαλυφθούν και τα μεγέθη των λίθων. Μια καλύτερη γνώση της οικοδομικής ανάπτυξης της αρχαίας πρωτεύουσας αρχίζει να διαμορφώνεται.